ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Συνέντευξη στον Νίκο Κουρμουλή*
Συνέντευξη στον Νίκο Κουρμουλή*
Η πρώτη νουβέλα του Άκη Παπαντώνη με τίτλο «Καρυότυπος» (εκδ Κίχλη), ήταν από τα βιβλία που έκαναν αίσθηση τη σεζόν που μας πέρασε. Ο Ν είναι ένας επιστήμονας που ζει απομονωμένος σχεδόν στο campus της Οξφόρδης. Ένας άνθρωπος χωρίς ταυτότητα. Εμμονικός με την τελειότητα, αυτοκαταστρέφεται. Μια νουβέλα που σκιαγραφεί τα αδιέξοδα τόσο του ορθού λόγου, όσο και της ασφυξίας στην οποία έχει περιέλθει η σύγχρονη σκέψη. Αποστειρωμένο περιβάλλον και επιθυμίες που αγκωμαχούν να επιβιώσουν.
Επικοινωνήσαμε με τον Άκη Παπαντώνη στην Αγγλία και ιδού τι ενδιαφέροντα πράγματα μας απάντησε. Τον ευχαριστούμε.
1. Πως ξεκίνησες να χτίζεις το οικοδόμημα του Καρυότυπου;
Δεν μπορώ να ανακαλέσω εκείνη τη μία, συγκεκριμένη, στιγμή κατά την οποία αποφάσισα να ξεκινήσω να γράφω αυτό (ή οποιοδήποτε) κείμενο. Ομοίως, δεν νομίζω πως ξεκίνησα να γράψω τον Καρυότυπο από «έμπνευση» – αυτόματα δηλαδή, με αφορμή κάποιο εξωτερικό ερέθισμα. Δυσκολεύομαι ακόμα και να ορίσω τί είναι έμπνευση, ή πως αυτή λειτουργεί. Όμως η γραφή αναζητά αφορμές, κι αν πρέπει να εντοπίσω την πιο καθοριστική, αυτή κρύβεται στα λόγια ενός φίλου που εκείνη την εποχή είχε μετακομίσει στο Αν Άρμπορ των Η.Π.Α.: «διακόσιες φορές την έχω σκουπίσει την κωλομοκέτα και ακόμα βρίσκω νύχια και τρίχες του προηγούμενου [ενοικιαστή]». Η σκηνή αυτή, μαζί με άλλες σκόρπιες σκηνές, καταγράφηκε σε ένα σημειωματάριο μαζί με ιδέες για μελλοντικά πειράματα και σημειώσεις από επιστημονικά συνέδρια. Το σημειωματάριο ταξίδεψε μαζί μου στην Οξφόρδη, το 2008, όπου και γέμισε νέες σημειώσεις: οι άστεγοι της πόλης, τυχαίες εικόνες από το παράθυρο τυο λεωφορείου, εντυπώσεις από επιστημονικά άρθρα για τα παιδιά των ορφανοτροφείων του Τσαουσέσκου, κουβέντες ανθρώπων στην ουρά στο σούπερ-μάρκετ. Κάθε μια εγγραφή σε εκείνο το σημειωματάριο – το οποίο δεν έχω πια – ήταν μια εν δυνάμει αφήγηση. Άλλωστε (σχεδόν) κάθε αφήγηση είναι από δεύτερο χέρι – ξαναχωνεμένη, επανεπινοημένη, βαλμένη το μέσα έξω. Μια ιστορία δηλαδή στην οποία, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία. Έτσι, το – εν πρώτοις – ετερόκλητο σώμα των εγγραφών αυτών συνέστησε τον καρυότυπο του βιβλίου. Κάθε κεφάλαιο – γραμμένο κατά τη διάρκεια κάποιου βαρετού σεμιναρίου, σε κάποιο καφέ ή στο αεροδρόμιο περιμένοντας την αναχώρηση μιας πτήσης, κυρίως όμως στο μικρό σαλόνι του διαμερίσματός μου στην Οξφόρδη πολύ νωρίς το πρωί ή πολύ αργά τη νύχτα – αποτελεί κι ένα «χρωμόσωμα» του Καρυότυπου.
2. O «ήρωας» είναι ο Ν. Πες μας περισσότερα γι αυτόν. Ποιοι είναι οι εφιάλτες του;
Ο Ν. είναι ο εφιάλτης του εαυτού του. Ο ίδιος ενσαρκώνει τη συναίρεση όλων όσων επιθυμεί και όσων δε μπορεί να αποδιώξει. Είναι «επιστημονικός μετανάστης» από την Αθήνα στην Οξφόρδη, ακουσίως μετανάστης από ένα ορφανοτροφείο του Τσαουσέσκου, στις όχθες του ποταμού Μπαχλούι, σε μια ελληνική ανάδοχη οικογένεια, αγωνιώδης μετανάστης από το τοπίο των αναμνήσεών του στην ψυχαναγκαστική καθημερινότητα που χτίζει για τον εαυτό του – εν ολίγοις υπεράριθμος στον χώρο και χρόνο, ακόμα κι εντός του σώματός του.
3. Διαβάζουμε την αφήγηση της σύντομης ζωής του από τέλος προς την αρχή ή το αντίθετο; Ο χρόνος και οι ανακατατάξεις του είναι ένα βασικό δομικό στοιχείο του βιβλίου
Ο καρυότυπος του Καρυότυπου (δηλαδή τα 24 αριθμημένα κεφάλαια της τριτοπρόσωπης αφήγησης, όσα τα χρωμοσώματα του ανθρώπινου κυττάρου) ξεκινά με τον θάνατο του ήρωα. Από εκείνο το σημείο και ύστερα παρακολουθούμε την μετοίκησή του στην Οξφόρδη, μέχρι και την ημέρα του ατυχήματος που οδήγησε στο θάνατό του, με τρόπο ανάδρομο – από το τότε ως το τώρα. Αυτή η βασική αφηγηματική επιλογή εξυπηρετεί δύο σκοπούς: αφενός να απαλλάξει τον αναγνώστη από την αγωνία του «τι θα συμβεί με τον ήρωα στο μέλλον», αφετέρου να ψηλαφίσει το μονοπάτι των επιλογών και των βιωμάτων που τον έφεραν ως το σημείο στο οποίο κλείνει ο κύκλος της αφήγησης (με τις ίδιες μάλιστα λέξεις – άλλη μια δομική επιλογή, καθώς η δομή οφείλει να είναι οργανικό κομμάτι της αφήγησης).
4. Ποια η σχέση του περίκλειστου πανεπιστημιακού campus, με τις μεταστάσεις της συμπεριφοράς του πρωταγωνιστή;
Από αφηγηματική επιλογή, στη νουβέλα, το μοτίβο του περίκλειστου χώρου (και χρόνου) έχει κεντρική θέση: τα κλουβιά των πειραματοζώων και το διαμέρισμα-κλουβί του ήρωα, ο «μονωμένος» χώρος του πανεπιστημιακού campus, σκηνές όπου η αστυνομία έχει αποκλείσει χώρους με κίτρινη ταινία, το «κλουβί» του εαυτού και των αναμνήσεων με τα ακουστικά του iPod στ’ αυτιά. Όλες αυτές οι εκδοχές του ίδιου μοτίβου υπογραμμίζουν (και οριοθετούν) την συμπεριφορά του Ν.
5. Πολλές φορές η νουβέλα σου δίνει την εντύπωση ότι «συμβαίνει» σαν ένας αυτοσχεδιασμός ζωής με έντονο το στοιχείο του αυτοσαρκασμού από τη μεριά σου. Πως πετυχαίνεται αυτό;
Αν παραδεχθώ πως μεγάλο μέρος του αφηγηματικού υλικού αντλήθηκε από ίδια εμπειρία, φυσικά χωνεμένη και επανεπινοημένη, τότε μέσο αποστασιοποίησης αποτελεί (και) ο αυτο-σαρκασμός μέσω λέξεων δοσμένων σε παρένθεση, οι οποίες υπονομεύουν την τριτοπρόσωπη αφήγηση και διαφοροποιούν την, εν γένει ψυχρή, θερμοκρασία της. Ένα ακόμα εργαλείο είναι και η χρήση των εμβόλιμων email και πρωτοπρόσωπων ιντερμέδιων που αλλάζουν το πως φωτίζονται τα γεγονότα.
6. Η σχεδόν οικειοθελής εξορία του ήρωα, η αμφίσημη αποπομπή του από το ερευνητικό πρόγραμμα,τον οδηγεί που άραγε; Στο τέλος των ψευδαισθήσεων;
Το βιβλίο, σκόπιμα, αφήνει την απάντηση σε αυτό το ερώτημα ανοικτή. Η αμφισημία είναι, εν προκειμένω, επιλογή. Άλλωστε – το πιστεύω ειλικρινά – πως η λογοτεχνία οφείλει να μας υπενθυμίζει ερωτήματα και όχι να προσπαθεί να βρει απαντήσεις σε αυτά. Ομοίως σκόπιμη είναι η επιλογή του να «θυσιαστεί» ο ήρωας από το πρώτο κεφάλαιο, ώστε ο αναγνώστης να μην αναζητήσει το που θα μπορούσε να καταλήξει ο ήρωας, αλλά το πως ο ίδιος έδωσε τέλος στις ψευδαισθήσεις του. Ίσως εκεί να βρίσκεται η «κάθαρση του δράματος».
7. Ποιες είναι οι πηγές της «τρέλας» του ήρωα;
Θα χρησιμοποιούσα τον χαρακτηρισμό «εμμονή» αντί «τρέλα», όμως, σε κάθε περίπτωση, αυτή πηγάζει από τα πρώτα του βιώματα και το πως αυτά αντιπαραβάλονται με τη ζωή στα πλαίσια της ανάδοχης οικογένειάς του στην Ελλάδα. Αυτή η διελκυνστίνδα μνήμης-ζώσας πραγματικότητας είναι τόσο ο μοχλός της συμπεριφοράς και των αναζητήσεών του, όσο και της ίδιας της αφήγησης.
8. Ποιές είναι οι λογοτεχνικές επιρροές σου;
Παραδόξως, ίσως, στα πράγματα που διαβάζω – γιατί οι συγγραφείς (οφείλουν να) είναι πρώτα απ’ όλα εθισμένοι αναγνώστες – λειτουργούν δυο φίλτρα. Από τη μία πλευρά εκείνο του δημιουργικού θαυμασμού μπροστά σε ένα λογοτεχνικό κομψοτέχνημα, όπως για παράδειγμα Ο δρόμος του Κόρμακ Μακάρθι ή Οι ξεριζωμένοι του Ζέμπαλντ, το Man in the Holocene του Μαξ Φρις ή τα θεατρικά έργα του Γιον Φόσσε, το Συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη του Βαλτινού ή τα συγκλονιστικά διηγήματα του Τάσου Χατζητάτση, και από την άλλη η «δημιουργική αποστροφή» σε αναγνώσματα που, είτε τεχνικά είτε γλωσσικά, δεν καταφέρνουν να με συγκινήσουν. Έτσι οι μη θετικές επιρροές, οι τρόποι με τους οποίους δεν θα ήθελα να γράψω, παραμένουν διαρκώς στο προσκήνιο κατά τη διαδικασίας της γραφής, ενώ όλος εκείνος ο μεγάλος όγκος γραπτών που θαυμάζω λειτουργούν σαν πυξίδα, χωρίς πάντως να είμαι σε θέση να ξεχωρίσω το πιο καθοριστικό. Αυτό που θα μπορούσα να πω όμως, είναι πως κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών που κράτησε η προσπάθειά μου να γράψω τον Καρυότυπο, συχνά έπιανα τον εαυτό μου να επιστρέφει σε δύο βιβλία του Μισέλ Φάις, στο Aegypius monachus και στο Η πόλη στα γόνατα. Άλλωστε η ανάγνωση είναι και μια ανάσα από το βάσανο της γραφής, δεν είναι;
|
Νίκος Κουρμουλής
___________
http://www.stokokkino.gr/article/1000000000009531/Mia-koubenta-me-ton-suggrafea-Aki-Papantoni
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου