«Το δικό μας Πάσχα δεν έχει Ανάσταση»
«Φέτος το Πάσχα στερούμαι τα πάντα. Ούτε λόγος να γίνεται για ρούχα και παπούτσια. Κόπηκαν και τα δώρα των παιδιών». Μιλούν εργαζόμενοι γονείς, περιγράφοντας με μελανά χρώματα τις γιορτινές μέρες.
Ανθρωποι διαφορετικοί μιλούν για τα ίδια πράγματα: την εργασιακή ανασφάλεια, τις περικοπές ακόμα και στην αγορά ενός βιβλίου, την έξοδό τους σ' έναν κινηματογράφο.
Φέτος το Πάσχα πολλοί θα παραμείνουν εντός των αθηναϊκών τειχών. Ο Κώστας, συνταξιούχος, περιγράφει πώς συγκέντρωσε τα χρήματα για τα αυξημένα διόδια και τη βενζίνη για να ταξιδέψει μέχρι την πατρογονική εστία και να μοιραστεί τον οβελία με τους λοιπούς συγγενείς.
Δεν χάνουν όμως το κουράγιο τους. Λένε ότι πληρώνουμε τα σπασμένα άλλων. «Αλλά θα ζήσουμε. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή».
Ο 26χρονος Γιάννης Σφυράκης σπούδασε πολιτικές επιστήμες. Τρία χρόνια δουλεύει συμβασιούχος στον ΟΑΕΕ (πρώην ΤΕΒΕ) με μισθό 700 ευρώ: «Καλύπτοντας κενές οργανικές θέσεις εργάστηκα όπως και το μόνιμο προσωπικό. Για να βρεθώ χωρίς δουλειά από τον περασμένο Οκτώβριο».
Από τότε ξεκίνησε με άλλους συμβασιούχους τη δικαστική διαδικασία. Αρχικά, το δικαστήριο αναγνώρισε ότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και επέστρεψαν με προσωρινή διαταγή. Πρόσφατα, η απόφαση του Αρείου Πάγου τούς δίνει το δικαίωμα ν' αποδείξουν ότι όντως τις καλύπτουν.
«Δουλεύουμε χωρίς δικαιώματα. Μας πνίγει η αβεβαιότητα. Τώρα προσπαθώ να ελπίζω σε κάτι», λέει ο Γιάννης της γενιάς των 700 ευρώ, που ζει με τους γονείς του. Ενα πράγμα παραμένει σταθερό σ' αυτό τον τόπο: ο θεσμός της οικογένειας».
Εζησε τις πιο δύσκολες στιγμές του στην αίθουσα των δικαστηρίων «νιώθοντας αγανάκτηση γι' αυτούς που δεν μας στήριξαν ενώ γνώριζαν πως καλύπτουμε πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Και αγωνία. Προσπαθώντας ν' αποδείξω σ' ένα τέταρτο όσα κάνω τόσα χρόνια. Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας σκεφτόμουν τη φράση "γεννήθηκα Ελληνας, είμαι Ελληνας και κατάντησα Ελληνας". Μόνον εάν η Δικαιοσύνη λειτουργεί ανεξάρτητα, θα μπορώ να προγραμματίσω τη ζωή μου».
Η 42χρονη Ντίνα Ροβηχάκη απασχολήθηκε με STAGE. Σήμερα πιστεύει ότι η ηλικία της είναι το μεγάλο εμπόδιο στην ανεύρεση εργασίας. Εργάσθηκε με STAGE για ν' αποκτήσει εργασιακή εμπειρία: «Ημουν 32 ετών και δούλευα σερβιτόρα, σε μπαράκια, όπου έβγαζα χρήματα για να μην επιβαρύνω τους γονείς. Είχα χωρίσει και μεγάλωνα ένα παιδί».
Επειδή δεν έβρισκε δουλειά, πήρε μια επιδότηση από τον ΟΑΕΔ «για να φύγω από τη νύχτα. Είχα υποχρεώσεις και δεν ήμουν πλέον πιτσιρίκα». Και άνοιξε ένα κατάστημα με χαρτικά, απορρυπαντικά: «Και καταστράφηκα. Χάνοντας τα χρήματα του πατέρα μου και την επιδότηση. Από τότε έψαχνα για δουλειά, παίρνοντας παράλληλα πτυχία αγγλικών και ηλεκτρονικών υπολογιστών. Για να καταλήξω στα STAGE». Και να εργαστεί πέντε χρόνια στον ΟΓΑ. Ανασφάλιστη. Με αμοιβή 23 ευρώ την ημέρα χωρίς δικαίωμα άδειας. «Κι όταν το 2010 τελείωσε το STAGE, αναζήτησα δουλειά ως σερβιτόρα. Μαύρη εργασία. Με προσέλαβαν σ' ένα εστιατόριο για δεξιώσεις. Ηρθε η κρίση, έκαναν περικοπές. Πάει κι αυτή η δουλειά, μου χρωστάνε κιόλας. Από τότε ζητάω δουλειά, ακόμα και λαντζέρα. Ζητούν κοπέλες μέχρι 35 ετών».
Φέτος το Πάσχα λέει: «Στερούμαι τα πάντα. Ούτε ρούχα, ούτε παπούτσια. Ευτυχώς ζω στο σπίτι των γονιών. Ελπίζω ότι κάτι θα βρεθεί για το πασχαλινό τραπέζι. Η ανασφάλεια με φέρνει στα όρια της κατάθλιψης. Τα παιδιά καταλαβαίνουν. Λένε: η μαμά έχει νεύρα».
Με σύμβαση μίας μέρας την εβδομάδα εργάζεται στον Ιππόδρομο, η 54χρονη Ελένη Καλαμπόκα: «Φέτος το Πάσχα ζούμε τον χειρότερο εργασιακό μεσαίωνα».
Η Ελένη εργάζεται έξι φορές το μήνα, με 24,3 ευρώ μεροκάματο για τη διάρκεια της ιπποδρομιακής συγκέντρωσης. Το δώρο του Πάσχα υπολογίζεται σε 50-60 ευρώ: «Δεν αγοράζω τίποτα. Την τελευταία χρονιά υπήρξε ραγδαία επιδείνωση στην εργασία. Ζούμε ελπίζοντας ότι θα τακτοποιηθούμε με δικαστικές αποφάσεις. Γιατί δεν μπορώ να αλλάξω δουλειά σ' αυτήν την ηλικία. Παλεύουμε και ελπίζουμε μέσα σ' αυτή τη μαυρίλα για κάτι καλύτερο. Δεν ονειρεύομαι τίποτα. Με συντηρεί ο γιος μου. Σπούδασε χημικός μηχανικός, βρήκε δουλειά σε εργοστάσιο.
»Και βέβαια το Πάσχα θα μείνω στην Αθήνα. Γιατί όπου και να πας, πρέπει να ξοδέψεις. Ακόμα κι αν με φιλοξενήσουν. Πώς να πάω στο νησί μου, την Ικαρία, με 120 ευρώ για εισιτήρια; Κάνουμε υπομονή. Και στον Ιππόδρομο παλεύουμε με την κατάθλιψη. Λόγω της εργασιακής ομηρίας τόσων χρόνων, οι εργαζόμενοι πείστηκαν ότι δεν πρόκειται ν' αλλάξει τίποτα. Γιατί διανύουμε μια παρατεταμένη κρίση που επιδεινώθηκε».
«Φέτος το Πάσχα γκρεμίζεται μια ολόκληρη ζωή. Ενα όραμα. Μια πάλη χρόνων για ένα καλύτερο αύριο για την παιδεία», λέει ο Μάκης Λυκόπουλος, δημόσιος υπάλληλος. Εργάζεται 34 χρόνια στον υπό κατάργηση Οργανισμό Σχολικών Βιβλίων.
Θυμάται: «Οταν ήμουν φοιτητής, ο μπαμπάς μου πήγε στον τότε υπ. Παιδείας κ. Ταλιαδούρο και με έβαλαν στα φορτηγά να φορτώνω βιβλία. Το '81 ήρθε το ΠΑΣΟΚ. Δεν μονιμοποιήθηκα με τους "εκτάκτους" επειδή ήμουν φαντάρος. Κάποια στιγμή έγινε κι αυτό, αναγνώρισαν και τα πτυχία μου. Ο Οργανισμός λειτουργεί ακόμα με θεσμικό πλαίσιο του Μεταξά (1937). Χωρίς καμία έμμισθη επιτροπή. Γι' αυτό το σχολικό βιβλίο κοστίζει στον φορολογούμενο 0,80 λεπτά. Τυπώνονται 45 εκατομμύρια αντίτυπα για να ταξιδέψουν σ' όλο τον κόσμο, όπου υπάρχει σχολείο, ακόμα και με 10 παιδάκια. Στην υπηρεσία εργάζονται 49 μόνιμοι υπάλληλοι. Γιατί μας κλείνουν; Είμαστε υπεράριθμοι; Είναι δημοσιονομικοί οι λόγοι; Οχι. Το βιβλίο θα εξακολουθεί να διανέμεται δωρεάν. Η επίσημη απάντηση που πήραμε είναι ότι δεν χωράμε στο νέο μοντέλο. Δηλαδή, δεν χωρέσαμε στη νέα Ελλάδα που θέλουν να δείξουν στις δανειστικές κατοχικές δυνάμεις, ελαχιστοποιώντας το Δημόσιο».
Προσθέτει ότι «παρ' όλο που καταθέσαμε προτάσεις, όπως για παράδειγμα η δημιουργία σχολικών βιβλιοθηκών, δεν αξιοποιήθηκαν. Γκρεμίστηκαν όλα. Στο όνομα ενός κακώς εννοούμενου εκσυγχρονισμού».
Ο 55χρονος Νίκος Γουρλάς εργάζεται από τα 18 χρόνια του σε ιδιωτική επιχείρηση του αεροδρομίου. Λέει ότι ήδη άλλαξε η ζωή του για μία τριετία μόνο με τις αλλαγές στο Ασφαλιστικό. Περίμενε να βγει στη σύνταξη σε λίγους μήνες.
Η μείωση του εισοδήματός του, κατά 20%, άλλαξε τον τρόπο ζωής του και τον αναγκάζει να επαναπροσδιορίζει τις προσωπικές επιλογές: «Αγόραζα δύο βιβλία το μήνα, που δεν παίρνω πια. Πας στον ψαρά, κοιτάζεις τις σουπιές. Δεκατέσσερα ευρώ. Δεν πάνε στο διάολο, λες. Πήρα μία. Κι έδωσα για μια σουπιά πέντε ευρώ. Είχε μείνει άλλη μία από την Καθαρά Δευτέρα. Τώρα υπολογίζω τον κινηματογράφο και το θέατρο που πήγαινα. Γιατί το επιβάλλουν οι γενικότερες συνθήκες. Αισθάνεσαι ανασφάλεια. Αν η εταιρεία κλείσει, τι θα κάνω; Λες: τρία χρόνια μέχρι να πάρω σύνταξη, πώς θα ζήσω; Αυτομαστιγώνεσαι».
Ο Νίκος προσθέτει ότι η κόρη του τελείωσε τη Φιλοσοφική, μαθαίνει τρίτη γλώσσα, έκανε μεταπτυχιακό και εργάζεται σε ασφαλιστικό γραφείο φίλου «και πάλι καλά που βρέθηκε κι αυτό. Και το χειρότερο είναι πως αυτές οι συνθήκες δημιουργούν ένα πέπλο φόβου και ανασφάλειας που μας κάνει υποταγμένους. Αλλά κάποτε, η υποταγή οδηγεί σε εξέγερση. Τι ήταν οι Κερατιώτες;»
Το φετινό Πάσχα λέει ότι «θα συσφίγξουμε τις σχέσεις μας. Για ν' ανταποκριθούμε στα έξοδα πάμε στη γιαγιά μαζί με τ' αδέλφια, τα ξαδέλφια, και γίνεται ένα κοινό τσιμπούσι».
«Δούλεψα 37 χρόνια στον τομέα των τροφίμων. Μου έκοψαν δύο συντάξεις, μειώθηκαν και κατά 120 ευρώ. Στη γυναίκα μου έκοψαν τα δώρα, το επίδομα αδείας. Πληρώσαμε για τις συντάξεις. Είναι ανταποδοτικές, δεν είναι πρόνοιας», λέει ο Κώστας Νικολάου, συνταξιούχος του ΙΚΑ:
«Ειδικά για τους συνταξιούχους, το Πάσχα θα είναι δύσκολο. Αυξήθηκαν οι τιμές όλων των προϊόντων από 15-30%. Βάλε τις αυξήσεις των διοδίων και τον διπλασιασμό της τιμής της βενζίνης. Τα κόψαμε όλα για να καταφέρουμε να πάμε στο χωριό».
«Το δώρο, 190 ευρώ, δεν επαρκεί ούτε για τη δόση του δανείου. Τα δώρα των παιδιών κόπηκαν. Φέτος το Πάσχα θα παραμείνουμε στο σπίτι. Τα τραπέζια με φίλους περιορίστηκαν. Εχουν ανεβεί τα πάντα. Αν βγούμε μια φορά στις 15 μέρες, να πάμε σε μια ταβέρνα... Με μολύβι και χαρτί στο χέρι είμαστε», λέει ο Γιάννης Αμανατίδης, δάσκαλος, με 25 χρόνια δουλειάς:
«Μειώθηκε το ετήσιο εισόδημά μου κατά 15%. Αν προσθέσεις και την ακρίβεια στο 30%, είχαμε επιπλέον 300 ευρώ το μήνα, όση είναι η δόση του δανείου που κόπηκε. Χάλασαν τα γυαλιά μου. Είμαι εκπαιδευτικός και πρέπει να βλέπω. Θέλω 150 ευρώ για τα γυαλιά. Οι παροχές για γιατρούς και φάρμακα που είχαμε κόπηκαν. Τώρα, τα πληρώνουμε όλα. Είναι και η γυναίκα μου δασκάλα, έχουμε δύο παιδιά. Λέμε, πάλι καλά που είμαστε μισθωτοί. Νιώθοντας και ενοχές επειδή έχουμε δουλειά».
Πιστεύει ότι «και να γυρίσουμε 40 χρόνια πίσω σε επίπεδο ζωής, πάλι θα χρωστάμε τα χρήματα που κάποιοι πήραν σε μίζες και καταθέσεις στο εξωτερικό. Δέχομαι να ζήσω σε χειρότερο επίπεδο. Αλλά να πληρώσω για κάτι που δεν ευθύνομαι; Επειτα από 25 χρόνια δουλειάς αμείβομαι με 1.350 ευρώ, με επίδομα γάμου και παιδιού. Ελπίζω να ζήσω μ' αυτά που έχω αλλά να μη χρωστάω και να μην πληρώνουν και τα εγγόνια μου γι' αυτά που άλλοι έκλεψαν και κανένας τους δεν τιμωρήθηκε».
Η Μαρία Κοντογιώργη απολύθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΙΜΑΚΟ: «Τα τελευταία δέκα χρόνια εργάστηκα στον ίδιο εργοδότη. Απορρυθμίστηκε η καθημερινότητά μου, που ήταν βασισμένη και γύρω από τη δουλειά. Δεν είναι εύκολο αυτό το διάστημα. Γιατί δεν υπάρχει καμία δυνατότητα για σχεδιασμό της ζωής. Αισθάνεσαι ανασφάλεια, στη δική μου περίπτωση και θυμό, λόγω μιας εκδικητικής απόλυσης για συνδικαλιστική δράση. Αλλά μετά τις γιορτές θα επανέλθω διεκδικώντας».
Από τη Μαρία φέτος λείπει η πασχαλινή διάθεση. «Αλλά δεν χάσαμε το κουράγιο μας. Αυτό μας κρατάει». Χαρακτηρίζοντας τη γενικότερη κατάσταση «σοκ και δέος», προσθέτει πως «ο κόσμος είναι μουδιασμένος. Δεν κατάλαβε ακόμα τι τον βρήκε. Αλλά υπάρχουν εστίες αντίστασης. Η επίθεση είναι σκληρή, φαίνεται ότι είναι αποφασισμένοι να μη σταματήσουν πουθενά. Θέλουν να τα πάρουν όλα πίσω. Κι αυτό επηρεάζει τη διάθεση των ανθρώπων να ζήσουν. Θα διεκδικήσουμε τη ζωή μας. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει άλλη επιλογή».
* Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 22 Απριλίου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου