ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Πολύτιμη αθηναιογνωσία
Η εικόνα του Κώστα Μπίρη να περιμένει προπολεμικά μέσα σε ένα σταματημένο ταξί στο πεζοδρόμιο της οδού Πανεπιστημίου, μπροστά από την Εθνική Βιβλιοθήκη, για να του κατεβάσει ένας έμπιστός του υπάλληλος κάποιο βιβλίο ή έγγραφο για να το μελετήσει, ήταν πάντα για μένα μια συγκινητική λεπτομέρεια, που εξηγούσε πώς αυτός ο καθηλωμένος στο αναπηρικό καροτσάκι επιστήμονας μπόρεσε να αφήσει πίσω του ένα πλήθος από σημαντικές ιστορικές και εθνογραφικές μελέτες. Οποιος δοκιμάσει να ασχοληθεί με τον Κώστα Μπίρη (1899-1980), αργά ή γρήγορα θα συναντήσει αναπάντεχες προκλήσεις, καθώς ο μοναδικός αυτός ερευνητής θα του επιφυλάσσει εκπλήξεις διαφόρων ποιοτήτων.
Το μνημειώδες βιβλίο του «Η νέα Αθήνα», που πρόσφατα εκδόθηκε χάρη στο ενδιαφέρον του Ι. Κ. Μαζαράκη - Αινιάν, γενικού γραμματέα της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, επαληθεύει πέρα για πέρα αυτή την κρίση. Ως τώρα συμβουλευόμασταν, σαν να ήταν ευαγγέλιο, ένα συντομότερο βιβλίο του Κ. Μπίρη, το «Αι Αθήναι από του 19ου αι. εις τον 20όν» (1966), μοναδική και ανυπέρβλητη πηγή πληροφοριών για την ιστορία της σύγχρονης Αθήνας. Σε αυτό το πλούσια εικονογραφημένο ιδιότυπο βιβλίο παρατάσσονταν ερανίσματα από άλλα επιμέρους ιστορικά κείμενα του ίδιου, δημοσιευμένα και αδημοσίευτα, φτάνοντας ώς το τότε παρόν. Ολοι μας έχουμε εντρυφήσει σε αυτό, αντλώντας πληροφορίες που πάντα διακρίνονταν για την ακρίβειά τους και κρίσεις που μπορεί να ελέγχονταν για το πάθος τους αλλά ποτέ για τη γνησιότητά τους. Αυτό κυρίως ξέραμε και αυτό θαυμάζαμε. Δεν υποψιαζόμασταν πως πίσω από μεγάλο μέρος του «Αι Αθήναι» κρυβόταν τόσα χρόνια ένα εκτενέστερο, πληρέστερο βιβλίο, ειδικά για την ιστορία της νεότερης Αθήνας, όπως ο ήλιος σε μια έκλειψη.
Κώστας Μπίρης, Η νέα Αθήνα, πρωτεύουσα του Ελληνισμού. Επιμέλεια Εκδόσεως - Εισαγωγή - Σχόλια - Εικονογράφηση: Αλεξάνδρος Παπαγεωργίου - Βενετάς
Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα, 2017, σελ. 573
Χαμένο για το ευρύ κοινό, το χειρόγραφο αυτό των 900 δακτυλογραφημένων σελίδων, χωρισμένο σε έξι κεφάλαια, που γράφτηκε το 1940-1942, υπήρχε πάντα εκεί, περιμένοντας υπομονετικά, χάρη στη φροντίδα του Μάνου Μπίρη, ανιψιού του Κώστα Μπίρη, να καλυφθεί το κόστος έκδοσής του. Με πολύχρονη υπηρεσία στον Δήμο Αθηναίων, ως γενικός διευθυντής των τεχνικών υπηρεσιών, ο Κ. Μπίρης έφτασε μερικές φορές κοντά στην έγκριση χρηματοδότησης για επιλεγμένα βιβλία του από τον Δήμο. Ομως ποτέ δεν δέχτηκε, αυτός ο τόσο οξύς κριτικός των δημόσιων πραγμάτων της εποχής του, να κάνει υποχωρήσεις ή να συμβιβαστεί με όσους έλεγχαν τη διαχείριση του Δήμου, από τους οποίους πρακτικά εξαρτιόταν το αν θα εξασφάλιζε τα απαραίτητα χρήματα. Ο Κ. Μπίρης είχε έτσι αποδεχτεί, ήδη από το 1964, πως το βιβλίο του δεν θα εκδιδόταν ποτέ όσο ζούσε, χωρίς όμως να πάψει να επεμβαίνει επάνω του με ιδιόχειρες διορθώσεις και προσθήκες. Δεν το εγκατέλειψε ποτέ, ακόμα κι όταν εξαναγκάστηκε να εντάξει, όπως είπαμε, αποσπάσματά του στη «χρηστική» έκδοση του 1966. Αρα το «Η νέα Αθήνα» ήταν πάντα «ζωντανό» για αυτόν.
Τώρα, ύστερα από 80 σχεδόν χρόνια, βρέθηκαν τα απαραίτητα κονδύλια για να εκδοθεί, αλλά -και το εξίσου σημαντικό- βρέθηκε και ένας επιμελητής, στο πρόσωπο του Αλέξανδρου Παπαγεωργίου - Βενετά, αντάξιος του συγγραφέα, ικανός να αναλάβει τα δυσχερή προβλήματα της έκδοσης ενός τόσο ογκώδους έργου. Δοκιμασμένος ερευνητής της ιστορίας της Αθήνας, με πολλές σχετικές δημοσιεύσεις, ο Α. Παπαγεωργίου - Βενετάς ήταν ο ιδανικός επιμελητής, γιατί διέθετε τις απαραίτητες γνώσεις, ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί σωστά ένα τέτοιο ιστορικό χειρόγραφο. Επρεπε να πλοηγηθεί ανάμεσα σε ένα κείμενο διάσπαρτο με προσθήκες και διορθώσεις, να βάλει μια τάξη στο σύστημα των εμβόλιμων υποσημειώσεων και να προσθέσει τις δικές του, εντελώς απαραίτητες, διακριτές σημειώσεις, επεξηγηματικές ή, κάποτε, ευγενικά διορθωτικές με βάση νεότερη πληροφόρηση. Είχε παράλληλα αποφασίσει να σεβαστεί τη γλώσσα και την ορθογραφία του χειρόγραφου, ενώ ανέλαβε να επιλέξει και την απαραίτητη εικονογράφησή του, για όσα αναφέρονται στο κείμενο που έλειπε.
Με αυτό τον τρόπο, διαθέτουμε σήμερα αναλλοίωτο το αυθεντικό κείμενο του Κ. Μπίρη, με την εκπληκτική αμεσότητά του, γραμμένο σε μια ευέλικτη, ρέουσα δημοτική, με αυτούσια παραθέματα τεκμηρίων, ώστε να μη χρειαστεί ο αναγνώστης να καταφύγει σε παραρτήματα στο τέλος του βιβλίου. Η απαραίτητη συμπλήρωση του κειμένου με διαφωτιστική εικονογράφηση, παραρτήματος με «επιλογή τεκμηρίων» και ευρετηρίου ονομάτων, συνταγμένου από τη Β. Δημητρίου, ολοκληρώνει την εικόνα αυτού του μοναδικού έργου. Με το να δείχνει έτσι έμπρακτα το μεγάλο πάθος του για την Αθήνα, ο Κ. Μπίρης αποδεικνύεται ο τελευταίος ίσως γνήσιος εραστής της, συνεχιστής μιας παλιότερης σειράς από Αθηναιολάτρες που εντρύφησαν με πάθος στην ιστορία της πρωτεύουσας.